Για τη “φιλάνθρωπη” βιομηχανία φαρμάκων

Εμβόλια Covid-19. Είναι πολλά τα λεφτά

Τα τελευταία είκοσι χρόνια η παγκόσμια αγορά φαρμάκων τζιράρει τρελά (ενδεικτικά το 2001-390 δισ. δολάρια, ενώ το 2020-1,25 τρισ. δολάρια). Οι προβλέψεις αντίστοιχα για την αγορά εμβολίων έως το 2025 είναι 120 δισ. δολάρια ετησίως. Ωστόσο, τα εμβόλια, ως το 2000 θεωρούνταν μη επικερδής επένδυση και αντιστοιχούσαν μόλις στο 1-2% του τζίρου της φαρμακοβιομηχανίας, ενώ σε πέντε χρόνια από τώρα προβλέπεται, πως θα αντιπροσωπεύουν περίπου το 10%. Ενδεικτικό είναι, ότι πριν από την εμφάνιση του νέου κορωνοϊού η παγκόσμια αγορά των εμβολίων ανερχόταν σε 20 δισ. ευρώ το χρόνο, ενώ μόνο η σύμπραξη Pfizer-BioNTech θα εισπράξει για το 2021 από το εμβόλιο για την Covid-19 περίπου 15 δισ. δολάρια. Ακόμη και η μεταφορά, αποθήκευση και διακίνηση των εμβολίων αποτελεί από μόνη της υπόθεση-χρυσωρυχείο για τις πολυεθνικές γενικά.1

Οι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες (Big Pharma)2 τα τελευταία χρόνια δέχτηκαν πλήγμα της τάξεως των 255 δισ. ευρώ στην κερδοφορία τους μέσω της λήξης κάποιων πατεντών, που αφορούσαν τα σκευάσματα τους και μέσω της υιοθέτησης των γενόσημων από τα δυτικά κράτη. Η βιομηχανία φαρμάκων προσδοκά να ρεφάρει αυτές τις ζημιές όχι μόνο με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό αλλά και με την υποτιθέμενη ενδημικότητα του ιού, η οποία απαιτεί εμβολιασμούς κάθε χρόνο.

Τα κράτη συχνά βοηθάνε τη γρήγορη κερδοφορία των εταιρειών εφαρμόζοντας υποχρεωτικούς εμβολιασμούς σε συγκεκριμένες ομάδες (σχολεία, στρατό κτλ). Στην τωρινή συγκυρία οι κυβερνήσεις κάνουν ένα βήμα παραπέρα: προσπαθούν να τα επιβάλλουν στο σύνολο σχεδόν του πληθυσμού. Τα κέρδη είναι εξασφαλισμένα, αφού τα δυτικά κράτη χρηματοδότησαν από τα πριν, την ανάπτυξη, παραγωγή και διάθεσή τους, με τα χρήματα των φορολογουμένων. Συνολικά οι κυβερνήσεις3 χορήγησαν στις φαρμακευτικές περίπου 7,5 δισ. ευρώ, ενώ από “μη κερδοσκοπικές” οργανώσεις προήλθαν άλλα 1,7 δισ. ευρώ. Και σαν να μην έφτανε αυτό, πρόσφεραν στη φαρμακοβιομηχανία αστική και νομική ασυλία για τις τυχόν παρενέργειες και τους θανάτους, που θα προκύψουν από τα εμβόλια, μεταθέτοντας την ευθύνη στα ίδια τα κράτη. Δηλαδή στους ίδιους τους πολίτες τους, αφού τις τυχόν πενιχρές αποζημιώσεις από πιθανές δικαστικές προσφυγές, θα τις πληρώσουν οι ίδιοι οι πολίτες, μέσα από τους δημόσιους προϋπολογισμούς. Στην Ελλάδα, η κυβέρνηση προχώρησε επίσης, μετά την Ιταλία, στην εξασφάλιση του ακαταδίωκτου για τους επιστήμονες και τα κυβερνητικά στελέχη των επιτροπών4, που γνωμοδοτούν και αποφασίζουν για τη διαχείριση της “υγειονομικής κρίσης” και της εμβολιαστικής εκστρατείας. Στις ΗΠΑ, ανάλογη νομική ασυλία έχουν ο FDA (ο αντίστοιχος ΕΟΦ), όλες οι κρατικές υπηρεσίες και φυσικά, η κυβέρνηση.

Οι εταιρίες αποφασίζουν, τα κράτη εκτελούν

Στην αντίληψη των περισσότερων ανθρώπων οι κρατικές υπηρεσίες φαρμάκων, τα κέντρα ελέγχου νοσημάτων και οι εθνικοί οργανισμοί υγείας, υπάρχουν για να υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον και για να λειτουργούν ως υπηρεσίες επίβλεψης με σκοπό τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας. Ωστόσο, αυτή η αντίληψη είναι λανθασμένη. Ο τρόπος και οι διαδικασίες με τις οποίες χορηγήθηκε η ειδική άδεια “έκτακτης ανάγκης” στα εμβόλια για την Covid-19 στις ΗΠΑ, κάνουν φανερό, πως πίσω από τις άδειες βρίσκονται τεράστια οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα. Τα πρόσωπα που είναι οι φανεροί “πρωταγωνιστές” και που απαρτίζουν τις επιτροπές που χορήγησαν τις άδειες, αποκαλύπτουν τη βαθιά διαπλοκή, των μεγαλογιατρών-επιχειρηματιών, των πανεπιστημιακών, των ανώτερων κρατικών αξιωματούχων και γραφειοκρατών με τις φαρμακευτικές εταιρείες, τα πανεπιστήμια- εταιρείες και τους κρατικούς φορείς στις ΗΠΑ.5

Ενδεικτικά, αναφέρουμε ένα από τα πρόσωπα αυτά, τον πρόεδρο της επιτροπής του FDA αυτή τη στιγμή, τον Arnold Monto, ο οποίος το 2009 είχε διατελέσει μέλος της Έκτακτης Επιτροπής για την αντιμετώπιση της –ψευδούς– “πανδημίας” γρίπης Η1Ν1, που είχε κηρύξει –αλλάζοντας τον ορισμό της πανδημίας– ο ΠΟΥ την ίδια χρονιά. Ρόλος της επιτροπής ήταν η έκδοση μίας σειράς οδηγιών, προς τις κυβερνήσεις με βασικότερη το μαζικό εμβολιασμό του πληθυσμού. Μετά το φιάσκο της πανδημίας του 2009, αποκαλύφθηκε πως μέλη της Έκτακτης Επιτροπής είχαν οικονομικές σχέσεις με τις φαρμακευτικές εταιρείες παρασκευής των εμβολίων, που προτείνονταν για τους μαζικούς εμβολιασμούς. Ένα από αυτά ήταν και ο Arnold Monto.

Στη Βρετανία, ο Dr. Andrew Pollard, πολυπράγμων και πολυχρηματοδούμενος από το ίδρυμα Bill και Melinda Gates και τη φαρμακοβιομηχανία, είναι διευθυντής της Ομάδας Εμβολίων της Οξφόρδης, που παράγει το εμβόλιο της συνεργασίας AstraZeneca και Oxford, αλλά επίσης και πρόεδρος της Βρετανικής Επιτροπής Εμβολιασμού και Ανοσοποίησης, η οποία καθορίζει την κυβερνητική πολιτική για τον εμβολιασμό και τα εμβόλια. Επίσης, είναι και μέλος της Εθνικής Επιστημονικής Συμβουλευτικής Επιτροπής για τα Πρότυπα και τον Έλεγχο των Εμβολίων, η οποία καθορίζει τις αποφάσεις της Ρυθμιστικής Υπηρεσίας Φαρμάκων και Προϊόντων Υγείας.

Μ’ άλλα λόγια, οι ελεγκτές είναι συγχρόνως και ελεγχόμενοι. Είναι φανερό, πως δεν υπάρχει μία σαφής διαχωριστική γραμμή μεταξύ της φαρμακοβιομηχανίας και των κυβερνήσεων. Οι κυβερνητικές υπηρεσίες λειτουργούν σαν μία προέκταση των φαρμακευτικών εταιρειών. Οι συγκρούσεις συμφερόντων6 αφθονούν στους οργανισμούς, που προτείνουν και προωθούν τα εμβόλια, οι οποίοι την ίδια στιγμή δαιμονοποιούν εναλλακτικές στρατηγικές, όπως είναι η φυσική ανοσία και η έγκαιρη θεραπεία. Το Νοέμβρη, ο ΠΟΥ είχε το θράσος να αλλάξει στο επίσημο site του οργανισμού τον ορισμό της “ανοσίας αγέλης”, αφαιρώντας ως αιτία της την επίτευξη φυσικής ανοσίας μέσω πρότερης μόλυνσης και αφήνοντας ως μοναδική ερμηνεία την ανοσία που προέρχεται μέσω εμβολιασμού! Μετά από ένα μήνα επανέφερε τον αρχικό ορισμό, ίσως γιατί η προηγούμενη αλλαγή, έκανε πολύ “εξόφθαλμο” το ρόλο του οργανισμού. Δεν παρέλειψε να προσθέσει όμως, ένα εγκώμιο για την τεχνητή ανοσία, που προκαλείται από τα εμβόλια.

Αντιλαμβανόμαστε ότι σε αυτό το κουβάρι διαπλοκής, οι συγκρούσεις συμφερόντων είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση. Η έρευνα στο χώρο της Υγείας, χρηματοδοτείται και κατευθύνεται από τη φαρμακοβιομηχανία και από “μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς”, οπότε γιατροί, πανεπιστημιακοί και ερευνητές εξαρτώνται άμεσα ή έμμεσα από τους χρηματοδότες τους. Ακόμη και αυτοί που δεν χρηματίζονται επίσημα ή ανεπίσημα, ακολουθούν πρωτόκολλα και οδηγίες, που εκπορεύονται από τις παραπάνω πηγές, καθώς οι μελέτες και οι επιστημονικές έρευνες που πραγματοποιούνται, δεν είναι ανεξάρτητες, αλλά χρηματοδοτούνται από κάποια εταιρεία.

Έγκλημα και φαρμακοβιομηχανία

Ο εγκληματικός ρόλος και τρόπος λειτουργίας της φαρμακοβιομηχανίας είναι γνωστός από διάφορες δικαστικές υποθέσεις και σκάνδαλα7. Αρκεί να ψάξει κανείς σε μια μηχανή αναζήτησης του όρους “big pharma criminal record”, για να γίνει άμεσα αντιληπτό το μέγεθος τους. Μεγάλες φαρμακευτικές, (Pfizer, Novartis, Sanofi-aventis, Glaxosmithkline, AstraZeneca, Roche, Johnson & Johnson, Merck, Eli Lilly, Abbott) έχουν συρθεί στα δικαστήρια για δωροδοκία-μίζες σε κρατικούς φορείς, σε επικεφαλής ελεγκτικών οργανισμών και σε γιατρούς, με σκοπό την υπερτιμολόγηση φαρμάκων διατιθέμενων από το κράτος, την προώθηση φαρμάκων για μη εγκεκριμένη χρήση, την απόκρυψη αρνητικών αποτελεσμάτων κλινικών δοκιμών και παραπλανητικές δηλώσεις για ασφάλεια και αποτελεσματικότητα κ.ά. Οι εταιρείες τη βγάζουν πάντα καθαρή με διακανονισμούς με το κράτος, χρηματικά πρόστιμα ή υπογραφή συμφωνίας εταιρικής ακεραιότητας (πρέπει να επιδείξουν καλή συμπεριφορά για τα επόμενα 5 χρόνια). Όντας από τις πιο κερδοφόρες βιομηχανίες παγκοσμίως8, αντιμετωπίζουν τα πρόστιμα ως έξοδα μάρκετινγκ. Τα ποσά που πληρώνουν φαίνονται τεράστια, αλλά είναι μηδαμινά σε σχέση με τα κέρδη τους. Με τους δικαστικούς συμβιβασμούς, αποφεύγουν την ετυμηγορία (καταδίκη) και αποκτούν το νομικό πλεονέκτημα, ότι δεν υπάρχει δεδικασμένο. Στις ΗΠΑ, η φαρμακοβιομηχανία έχει τρεις φορές περισσότερες παραβιάσεις νόμου, από τις άλλες βιομηχανίες και είναι η πρώτη σε περιπτώσεις δωροδοκίας.

GAVI. Η θεσμοθέτηση της διαπλοκής ή διαφορετικά, ο γάμος ιδιωτικού και δημόσιου τομέα

Πέρα από τις δωροδοκίες, το λόμπινγκ και το φαινόμενο της “κυλιόμενης πόρτας”9, το φαρμακευτικό κεφάλαιο χρησιμοποιεί και νόμιμους τρόπους, για να αυξήσει τα κέρδη του, αλλά κυρίως, για να θεσμοθετήσει μέσω των κυβερνήσεων, αυτά που το ίδιο δεν μπορεί να επιβάλει. Ένας τέτοιος τρόπος, είναι οι πολύ υψηλές επιχορηγήσεις από τα κράτη και τους διεθνείς φιλανθρωπικούς οργανισμούς, των οποίων τα μέλη κατέχουν μετοχές στις εταιρείες που τις λαμβάνουν. Μιλάμε, για τις γνωστές συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ), την επιτομή της σύγκρουσης συμφερόντων. Έτσι, με το πάντρεμα ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, πετυχαίνεται η θεσμοθέτηση της διαπλοκής!

Ένα τυπικό παράδειγμα ΣΔΙΤ είναι και η GAVI, η Παγκόσμια Συμμαχία για τα Εμβόλια και την Ανοσοποίηση. H GAVI εμφανίζεται ως μία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα παγκόσμια σύμπραξη, που έχει ως στόχο τη μόχλευση χρηματοοικονομικών πόρων, φέρνοντας σε επαφή τις κυβερνήσεις με τους παρασκευαστές εμβολίων, ώστε να προωθήσουν νέα, αλλά και μη επαρκώς αξιοποιούμενα εμβόλια σε μη αναπτυσσόμενες χώρες. Ιδρύθηκε και διοικείται από το Ίδρυμα Bill και Melinda Gates, τη UNICEF, τα Ηνωμένα Έθνη, τον ΠΟΥ, και την Παγκόσμια Τράπεζα. Το συγκεκριμένο ίδρυμα είναι ο δεύτερος χρηματοδότης της GAVI μετά τη Βρετανία, οπότε καθορίζει την πορεία και τις δραστηριότητες της, ενώ ο ίδιος ο Bill Gates κατέχει συνάμα και μετοχές μεγάλων φαρμακοβιομηχανιών, όπως η Merck, η Johnson & Johnson και η Pfizer. Ουσιαστικά, δίνει δηλαδή φιλανθρωπίες σε συμμαχίες όπως η GAVI για να αγοράζουν και να προωθούν εμβόλια από εταιρείες, που ο ίδιος έχει μερίδιο. Το καλοκαίρι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διέθεσε λόγω κορωνοϊού 300 εκατομμύρια ευρώ στην GAVI, ενώ χορήγησε και η Ελλάδα 1,5 εκατ. ευρώ για τον ίδιο σκοπό! Η ίδια η φαρμακοβιομηχανία, με έμμεσο ή άμεσο τρόπο, χρηματοδοτεί οργανώσεις, οι οποίες “αγωνίζονται” για την ίση και ελεύθερη πρόσβαση στα φάρμακα, μιλώντας για “δικαίωμα” στα φάρμακα και συνεπώς για “δικαίωμα” στα κέρδη των φαρμακοβιομηχανιών.

“Δώστε και σώστε”…

Τα παραπάνω δεν είναι ούτε άγνωστα, ούτε καινοφανή. Είναι μόνο μια σύντομη γνωριμία με τους “σωτήρες” που καλούμαστε να εμπιστευτούμε. “Σωτήρες”, των οποίων τα προϊόντα είναι υπεύθυνα για το θάνατο εκατομμυρίων ανθρώπων (τα φάρμακα συγκεκριμένα έρχονται σαν τρίτη κυριότερη αιτία θανάτων μετά τις καρδιοπάθειες και τον καρκίνο!). “Σωτήρες”, οι οποίοι κάθε πρόβλημα το λύνουν με ένα χάπι, και την παρενέργεια του, με τη χρήση ενός άλλου. “Σωτήρες”, που δεν δημοσιεύουν δοκιμές με αρνητικά αποτελέσματα και τα δεδομένα τους μαγειρεύονται, μέχρι να φανεί το επιθυμητό αποτέλεσμα. “Σωτήρες”, που δεν πραγματοποιούν δοκιμές σε ρεαλιστικές συνθήκες, παρά σε ασθενείς με συγκεκριμένα ευνοϊκά χαρακτηριστικά για την έρευνα και που σε κάθε περίπτωση, τα δεδομένα των ερευνών αυτών παραμένουν κρυφά στα συρτάρια τους. Ακόμα σημαντικότερο, οι έρευνες αυτές αγνοούν τις μακροπρόθεσμες συνέπειες. Ποιος εγγυάται δηλαδή για τις συνέπειες -που ελπίζουμε πραγματικά να μην υπάρχουν- των εμβολίων covid σε 5, 10, 20 χρόνια; Ας μη γελιόμαστε: Τα εμβόλια, ή οποιαδήποτε φαρμακευτικά σκευάσματα εκτός των πιθανών κινδύνων που ενέχουν, αποτελούν προϊόντα, που κατασκευάζονται και προωθούνται για να παράξουν κέρδος. Ακόμη και η κουβέντα, για την ενδεχόμενη άρση των δικαιωμάτων ευρεσιτεχνίας των ιατρικών προϊόντων και εμβολίων κατά του κορωνοϊού, μόνο σύγχυση και αποπροσανατολισμό δημιουργεί. Το σίγουρο είναι πως η ζέση με την οποία προσπαθούν να μας επιβάλλουν τον μαζικό εμβολιασμό, δεν έχει να κάνει με την προστασία της υγείας μας, αλλά με την προστασία κερδοφοριών και σχεδιασμών που είναι προφανέστατα ενάντιά μας.

 

  1. Είναι γεγονός ότι σε πολλά μέρη του πλανήτη τα εμβόλια φτάνουν αεροπορικώς. Η IATA (Διεθνής Ένωση Αερομεταφορών) έχει υπολογίσει ότι για να “ταξιδέψει” μία δόση εμβολίου για τα 7,8 δισ ανθρώπους του πλανήτη θα χρησιμοποιηθούν 8.000 αεροσκάφη ανάλογου μεγέθους του 747 της Boeing. Επιπλέον, για τη συντήρηση των εμβολίων χρειάζονται συγκεκριμένες προδιαγραφές όπως εξειδικευμένοι καταψύκτες (κάποια από τα εμβόλια συντηρούνται σε θερμοκρασίες έως 80 βαθμούς υπό το μηδέν) κλπ. Οπότε, πολυεθνικές αποθήκευσης και μεταφοράς, σαν τη UPS και τη DHL, κατασκεύασαν “φάρμες” γεμάτες με τεράστιους καταψύκτες για τη διατήρησή τους. Ενδεικτικά, οι ειδικά διαμορφωμένοι χώροι της UPS σε ΗΠΑ, Γερμανία, Ολλανδία και Αγγλία χωρούν ο καθένας 600 καταψύκτες με 48.000 φιαλίδια ανά κατάψυξη. Από την πλευρά της η DHL υπολογίζει ότι για να διακινηθούν 10 δισεκατομμύρια δόσεις εμβολίων τα επόμενα δύο χρόνια, θα χρειαστούν 15 εκατομμύρια παραδόσεις φορητών καταψυκτών, 200.000 μεταφορές παλετών και 15.000 πτήσεις.
  2. Τεράστιες φαρμακευτικές εταιρείες όχι μόνο με οικονομική αλλά και με κοινωνικό/πολιτική επιρροή.
  3. Σύμφωνα με την εταιρεία αναλύσεων Airfinity.
  4. Τέλη Απρίλη θεσπίστηκε το ακαταδίωκτο της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας της Δημόσιας Υγείας έναντι του κορωνοϊού, της Επιτροπής Αντιμετώπισης Έκτακτων Συμβάντων Δημόσιας Υγείας και της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών.
  5. Βλ. Independent Researchers, Πώς δόθηκε “άδεια έκτακτης ανάγκης” στο εμβόλιο της Pfizer στις ΗΠΑ – Μέρος Α ́: Οι διαδικασίες & Μέρος Β ́: Τα πρόσωπα.
  6. Ως “σύγκρουση συμφερόντων” νοείται η σύγκρουση μεταξύ των δημόσιων καθηκόντων και των ιδιωτικών συμφερόντων ενός δημοσίου υπαλλήλου, στο πλαίσιο της οποίας ο δημόσιος υπάλληλος έχει ιδιωτικά συμφέροντα, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν με αθέμιτο τρόπο την άσκηση των επίσημων υποχρεώσεων και καθηκόντων του.
  7. Bλ. Peter C. Gøtzsche, Φονικά φάρμακα και οργανωμένο έγκλημα, εκδόσεις Levantes, 2015 [2013]
  8. Τα τελευταία 5 χρόνια (2015-2020) στη λίστα του Fortune με τις 500 πιο κερδοφόρες εταιρείες παγκοσμίως, στις 30 πρώτες υπάρχουν σταθερά 3-5 φαρμακευτικές. Στην ίδια κατάταξη υπάρχουν 4-5 εταιρείες πληροφορικής αλλά μόνο 1 αυτοκινητοβιομηχανία, μόνο 1 τράπεζα, μόνο 1 καπνοβιομηχανία, 1 εταιρεία θεάματος (TV, σινεμά κλπ), 1 πετρελαϊκή. Η Pfizer ειναι η πιο δυνατή, σταθερά στην 1 η δεκάδα της λίστας. Την τελευταία πενταετία έχει μέσο όρο κερδών 14 δις.
  9. Το φαινόμενο της “κυλιόμενης πόρτας”: αξιωματούχοι του δημοσίου προσλαμβάνονται από εταιρείες και αντίστοιχα στελέχη του ιδιωτικού τομέα πλαισιώνουν το δημόσιο. Και οι μεν και οι δε χρησιμοποιούν τις γνώσεις και τις επαφές τους για να προωθήσουν τα συμφέροντα της εταιρείας, για την οποία δουλεύουν, ή δούλευαν.